Με συντριπτική πλειοψηφία - 234 υπέρ, έναντι 21 κατά, 7
«παρών», τριών λευκών και μίας άκυρης ψήφου σε σύνολο 266 βουλευτών
- έγινε δεκτή η πρόταση να προστεθεί στο κατηγορητήριο κατά του Γιώργου
Παπακωνσταντίνου για τον χειρισμό της λίστας Λαγκάρντ το αδίκημα της απιστίας
σε βαθμό κακουργήματος.
Με την πρόταση συμφώνησαν τόσο τα κόμματα της τρικομματικής
όσο και τα κόμματα της αντιπολίτευσης, δεδομένου ότι το αδίκημα της απιστίας
ήταν στις αρχικές προτάσεις και του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ.
Ωστόσο τόσο η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Ζωή Κωνσταντοπούλου όσο
και οι εισηγητές των υπολοίπων κομμάτων έκαναν λόγο για ευθύνες και του πρώην
πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου καθώς και του προέδρου του ΠΑΣΟΚ Βαγγέλη
Βενιζέλου.
Είναι χαρακτηριστικό ότι από το ΠΑΣΟΚ ο βουλευτής Παναγιώτης Ρήγας
έκανε λόγο για «μία περίπτωση όπου ο υπεύθυνος υπουργός Οικονομικών δεν
αποκάλυψε τον τρόπο με τον οποίο ήρθε η λίστα στην Ελλάδα.
Τη διαχειρίστηκε με
τρόπο απαράδεκτο, υπονόμευσε και την περαιτέρω αξιοποίηση της λίστας, δίνοντας
μια λάθος πληροφόρηση για το πώς είχε έρθει στην Ελλάδα και τελικά δημιούργησε
ζημιά, η οποία βέβαια πρέπει να ελεγχθεί, εις βάρος του ελληνικού Δημοσίου»
είπε χαρακτηριστικά ο κ. Ρήγας.
Ο κ. Παπακωνσταντίνου ξεκίνησε την ομιλία του με μία επίθεση
προς τα μέλη της Προκαταρκτικής Επιτροπής της Βουλής, κάνοντας λόγο για
«ευτελισμό της διαδικασίας» και κατηγορώντας τα ότι έχουν «πετάξει στα
σκουπίδια» τις βασικές αρχές κάθε εισαγγελικής διαδικασίας, που - όπως
είπε - δεν είναι άλλες από τη μυστικότητα, τη χωρίς προκατάληψη εξέταση
των πραγματικών στοιχείων, την αμεροληψία και την αίσθηση του δικαίου.
Αναφερόμενος στα νέα στοιχεία που προέκυψαν εις βάρος του
από τις καταθέσεις των μαρτύρων στην Προκαταρκτική Επιτροπή, ο πρώην υπουργός
Οικονομικών αποποιήθηκε των κατηγοριών που του έχουν προσαφθεί υποστηρίζοντας
ότι η επιστολή που συνόδευε το αρχικό CD που εστάλη από τη Γαλλία «δεν αποτελεί
νέα πληροφορία και δεν είναι ικανή να θεμελιώσει το αδίκημα της απιστίας».
Και
αυτό γιατί, όπως υποστήριξε, ήταν ήδη γνωστή από τον περασμένο Οκτώβριο, όταν ο
ίδιος αναφέρθηκε εξαρχής στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής και
στην κατάθεσή του στον Οικονομικό Εισαγγελέα.
Ο κ. Παπακωνσταντίνου πρόσθεσε μάλιστα ότι για τον ίδιο
πρόκειται για «ευτύχημα» που βρέθηκε η συγκεκριμένη επιστολή και σε μία
προσπάθεια να απαντήσει στην απορία των βουλευτών γιατί δεν πρωτοκολλήθηκε είπε
ότι κάτι τέτοιο δεν συνέβη, γιατί δεν το έκανε ούτε η γαλλική πλευρά.
Σύμφωνα
λοιπόν με την εκδοχή του πρώην υπουργού, αφότου ζήτησε από τη γαλλίδα τότε
ομόλογό του τα εν λόγω στοιχεία, εκείνη αποδέχθηκε το αίτημά του,
επισημαίνοντας ωστόσο «τον απόρρητο και μυστικό χαρακτήρα τους».
«Παραλαμβάνω
μία μη πρωτοκολλημένη επιστολή από το γαλλικό υπουργείο Οικονομικών που δεν
απευθύνεται σε εμένα ή στο υπουργείο Οικονομικών, και στην οποία
επαναλαμβάνεται ρητά ότι τα στοιχεία είναι απόρρητα, μυστικά, σε τέτοιο βαθμό
που η επιστολή δεν περιγράφει καν τι αφορούν τα εν λόγω στοιχεία. Δεν
πρωτοκολλώ γιατί δεν θέλω και δεν πρέπει να υπάρχει παραδοχή επίσημης κτήσης
των παράνομων στοιχείων αυτών από την ελληνική διοίκηση», είπε ο κ.
Παπακωνσταντίνου, υποστηρίζοντας πως «αυτή ήταν και η συνεννόηση που είχε γίνει
με τη γαλλική πλευρά».
Παράλληλα ο πρώην υπουργός προσπάθησε να αντικρούσει την
κατηγορία που του προσάπτεται ότι με τις πράξεις του ποσά μεγαλύτερα των
120.000 ευρώ δεν εισέρευσαν στα ταμεία του κράτους, εκφράζοντας την εκτίμηση ότι
κάτι τέτοιο συνέβη προκειμένου να θεμελιωθεί ένα κακούργημα στο κατηγορητήριο
εις βάρος του.
O κ. Παπακωνσταντίνου χαρακτήρισε τον
εαυτό του, ως το «κατάλληλο θύμα μιας πολιτικής και δικαστικής σκευωρίας», στην
οποία επιχείρησε να εμπλέξει όχι μόνο πρώην συντρόφους του από το ΠΑΣΟΚ αλλά
και πολιτικούς του αντιπάλους καθώς και το ευρύτερο σύστημα των μέσων
ενημέρωσης, υποστηρίζοντας ότι «προσπαθούν να ρίξουν έναν άνθρωπο βορά στην
ανάγκη του κόσμου να δει πολιτικούς να τιμωρούνται».
Πιο συγκεκριμένα, ο πρώην υπουργός Οικονομικών επιτέθηκε
προσωπικά στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ Βαγγέλη Βενιζέλο κατηγορώντας τον ότι δεν
έκανε τίποτε για να αξιοποιήσει τη λίστα Λαγκάρντ. «Ο κ. Βενιζέλος πριν από
μερικές ημέρες είχε το θράσος να με αναφέρει στην ίδια πρόταση ταυτίζοντάς με
με τον κ. Τσοχατζόπουλο, ως βάρος που δεν μπορεί να κουβαλάει. Δεν ήμουν όμως
εγώ αυτός που υπερασπίστηκε στη Βουλή τον κ. Τσοχατζόπουλο. Ήταν ο κ.
Βενιζέλος», πρόσθεσε.
Ο ίδιος μάλιστα υπεραμύνθηκε της θέσης του, επισημαίνοντας
ότι δεν ήταν εύκολο να μπουν στα κρατικά ταμεία χρήματα από τη λίστα Λαγκάρντ.
«Αν ήταν τόσο απλό να εισπραχθούν χρήματα από τη λίστα Λαγκάρντ γιατί δεν έχουν
ακόμη εισπραχθεί; Αν λοιπόν σήμερα ελέγχομαι για το αδίκημα της απιστίας τι θα έπρεπε
με την ίδια λογική να ισχύσει για τους διαδόχους μου στο υπουργείο Οικονομικών;
Ή, ακόμη περισσότερο, με τους προκατόχους μου;» διερωτήθηκε ο κ.
Παπακωνσταντίνου.
Κύκλοι του ΠΑΣΟΚ πάντως χαρακτήριζαν χθες θλιβερό το γεγονός
ότι ο κ. Παπακωνσταντίνου υιοθέτησε στην ομιλία του τη ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ,
συμπληρώνοντας με νόημα: «Αντιλαμβανόμαστε τη δύσκολη θέση του κ.
Παπακωνσταντίνου. Είναι όμως πολύ θλιβερό, αμυνόμενος, να φτάσει στο σημείο να
υιοθετεί τη λογική της πολιτικής σκευωρίας του ΣΥΡΙΖΑ ενώ αυτή έχει καταρρεύσει
παταγωδώς, μέσα από σωρεία αυταπόδεικτων στοιχείων που ευτέλισαν τους
συκοφάντες».
Πηγή: Τα Νέα
